Η Ωραία Ελλάς


Μου λες πώς φτάσαμε ως εδώ, άλλοτε πραγματκά ελεύθερε πολίτη δημοκρατικής χώρας και σκέφτομαι πως ήρθε η στιγμή να σου πω ένα κακό παραμύθι, ένα από τα πολλά με κακή αρχή, κακή μέση και τέλος ίδιο με το δικό μας.
Μια φορά κι έναν καιρό, στ’ αλήθεια όμως, υπήρχε και υπάρχει μια μικρή περιοχή μέσα σε μια ελεύθερη χώρα, άλλοτε κλεισμένη με μια μπάρα, τώρα όχι, μα τόσο καλά κρυμμένη, που λίγοι ξέρουν γι’ αυτήν. Οι άνθρωποί της, εντελώς απομονωμένοι από τον πολιτισμό, θεόφτωχοι και σκορπισμένοι σε χωριουδάκια μέσα σε αφιλόξενα και παγωμένα βουνά.

Αν πάρεις το αυτοκίνητο για να κάνεις μια βόλτα στα χωριά του τόπου αυτού, θα δεις άγονη γη, φυτεμένη με πολλές ξεκάρφωτες μαρμάρινες προτομές ηρώων με το ζόρι, πολλά σκουπίδια και αρκετά ζευγάρια μάτια να σε παρατηρούν στα κρυφά. Μέχρι να φτάσεις σε κάθε χωριό, εκεί που θα ‘πρεπε να έχει πεζοδρόμιο στην άκρη του δρόμου, θα δεις χωραφάκια το πολύ 1x2, προσεκτικά περιφραγμένα με σπάγγους και πού και πού, λίγα μεγαλύτερα χωράφια που οι κάτοικοι οργώνουν υπομονετικά με βόδια και αλέτρι. Κι αν μπεις μέσα στα χωριά και είσαι τίποτα συλλέκτης, θα βρεις άπειρους θησαυρούς, όπως χειροκίνητες αντλίες σε βενζινάδικα άλλης εποχής.
Κουβέντες με τους κατοίκους όμως, να μην περιμένεις. Θα σε δουν, θα χαιρετάνε λες και είσαι κάποιος επίσημος και μετά θα χωθούν στα σπίτια, θα τρέξουν στα παράθυρα και θα σε κοιτάνε απ΄τις κουρτίνες μέχρι να φύγεις. Κι αν πεις να μπεις στα λιγοστά μαγαζιά τους με τα γραφικά ελληνικά ονόματα όπως “Η Ωραία Ελλάς” ίσως σοκαριστείς από την έλλειψη εμπορεύματος, χώρια που μάλλον δεν θα καταλάβουν την γλώσσα σου αλλά θα παραμείνουν ευγενικοί και πολύ πρόσχαροι, πάρα πολύ πρόσχαροι, όσο ευγενικός και πρόσχαρος είναι κάποιος που φοβάται πολύ.
Τη δουλειά των γιατρών στον τόπο αυτόν, την κάνουν κάτι γραφικοί με βοτάνια και προσευχές και τα περισσότερα αγόρια που πάνε στρατό, περνούν τους πρώτους μήνες θητείας στα νοσοκομεία για να φτιάξουν δόντια, κόκκαλα και σπλάχνα που έχουν ρημαχτεί.
Στο δημοτικό σχολείο θα δεις καμιά 500αριά ταλαιπωρημένα πιτσιρίκια, στοιβαγμένα ανά 5 στα λιγοστά θρανία, χωρίς θέρμανση, φυσικά. Διδάσκονται δύο γλώσσες και μιλάνε μια άλλη, τη δικιά τους, όσα από αυτά τα παιδιά τουλάχιστον, θα αντέξουν να συνεχίσουν σε ένα τόσο αφιλόξενο σχολείο, διότι το σύνηθες είναι να τα παρατούν.
Το ταξίδι σου πρέπει να λήξει κάπως απότομα όταν έρθει το φορτηγό με τη ντουντούκα. Μπορεί να μην καταλαβαίνεις τη γλώσσα αλλά ξέρεις ότι δεν είσαι ευπρόσδεκτος άλλο εκεί, καθώς η αγωνία όλων, όσων μαζεύονται βιαστικά στο κέντρο του χωριού, σε διώχνει. Εκεί, η ντουντούκα είναι ο τρόπος να ανακοινώνει η διοίκηση της χώρας κάθε νέα οδηγία για τη ζωή των ανθρώπων αυτών και ο στρατός, ο τρόπος για να το επιβάλλει. Δεν χρειάζεται να μάθεις άλλα, απλά σκουπίζεις τα μάτια και επιστρέφεις στον πολιτισμό σου, σίγουρη πια ότι τα φώτα όλων των πολιτισμών καίνε κάρβουνο, πάντοτε πολύ καλά κρυμμένο.
...και ζήσανε αυτοί πολλά και ‘μεις περισσότερα...
[Από το οδοιπορικό μου στα Πομακοχώρια της Ξάνθης, το 2008]
 http://xpsilikatzoy.wordpress.com/

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

To μπαρμπούτι (Κανόνες)

TI....???400.000 χιλιάδες αρχαιοελληνικά έγγραφα κατέχει το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης και ετοιμάζονται να αναγνωσθούν!